Ο ευρύτερος κλάδος της κλωστοϋφαντουργίας στην Ελλάδα αποτέλεσε έναν ιστορικό, ακμαίο και ισχυρό βιομηχανικό και βιοτεχνικό κλάδο. Την δεκαετία 80-90 άκμασε σε τέτοιο βαθμό που αποτέλεσε έναν από τους σημαντικότερους πυλώνες της εθνικής οικονομίας. Ο κλάδος αυτός απολάμβανε την αναγνώριση και τον σεβασμό όλων.
Δυστυχώς τις τελευταίες δεκαετίες κλονίστηκε συθέμελα και συρρικνώθηκε σε πολύ μεγάλο βαθμό. Η έντονη ύφεση οφείλεται σε ποικίλους παράγοντες που χρειάζεται πολλές σελίδες για να αναλυθούν.
Η μεταφορά μεγάλων παραγωγικών μονάδων σε χώρες με χαμηλό εργατικό κόστος σε συνδυασμό με την αύξηση των εισαγωγών και την έλλειψη σοβαρών επενδύσεων και δραστική μείωση των εξαγωγών είναι μερικοί από τους βασικούς παράγοντες που οδήγησαν στην κατάρρευση της κλωστοϋφαντουργίας όπως την ξέραμε.
Το ενεργειακό κόστος, το πολύ υψηλό μη μισθολογικό κόστος καθώς και το συνεχώς μεταβαλλόμενο και αβέβαιο φορολογικό και ασφαλιστικό περιβάλλον είναι επίσης κάποιοι παράγοντες που μπορεί κάποιος εύκολα να σκεφτεί.
Οι επιχειρήσεις της κλωστοϋφαντουργίας οφείλουν πλέον να αντιμετωπίσουν την νέα πραγματικότητα και να ακολουθήσουν τις εξελίξεις και να σταθούν στο ύψος των νέων προκλήσεων.
Η νέα πορεία του κλάδου πρέπει να βασίζεται στον εκσυγχρονισμό, τη βιωσιμότητα και τη διαφοροποίηση. Η ελληνική κλωστοϋφαντουργία βρίσκεται σε μια κρίσιμη καμπή όπου προσπαθεί να ξεπεράσει τη φάση της απότομης συρρίκνωσης και πλέον αναζητά σταθερά βήματα προς μια νέα ταυτότητα.
Μια ταυτότητα που θα στηρίζεται στην ποιότητα, την καινοτομία, τη βιωσιμότητα και την εξειδίκευση.
Ταυτόχρονα αυτή η προσπάθεια θα πρέπει να συνοδευτεί από στοχευμένες πολιτικές στήριξης, ενημέρωσης των νέων παγκόσμιων τάσεων, σοβαρές επενδύσεις και στρατηγικές συνεργασίες.
Για να αναβιώσει ο κλάδος και να έχει μέλλον πρέπει να συνεχίσει να προσαρμόζεται στις σύγχρονες απαιτήσεις της παγκόσμιας αγοράς και να επενδύει στη διαφοροποίηση και την προστιθέμενη αξία.
Ευάγγελος Ρήνας
Γενικός Γραμματέας Βιοτεχνικού Επιμελητηρίου Αθήνας