Οι όροι και προϋποθέσεις για τη νέα ρύθμιση οφειλών σε εφορία και ασφαλιστικά ταμεία σε 36 ή 72 δόσεις και την αναβίωση των ρυθμίσεων των 72 ή 120 δόσεων περιλαμβάνονται στο νομοσχέδιο-σκούπα του υπουργείου Οικονομικών, το οποίο κατατέθηκε στη Βουλή.
Οι νέες διατάξεις του νομοσχεδίου προβλέπουν τα εξής:
1.Επανένταξη στις ρυθμίσεις των άρθρων 98 έως 109 ν. 4611/2019 και του άρθρου 289 ν. 4738/2020
- Οφειλέτης, ο οποίος απώλεσε έως την 1η Φεβρουαρίου 2023 ρύθμιση τμηματικής καταβολής σύμφωνα με: α) τα άρθρα 98 έως 109 του ν. 4611/2019 (Α’ 73) ή β) το άρθρο 289 του ν. 4738/2020 (Α’207), μπορεί να επανενταχθεί στο ίδιο καθεστώς ρύθμισης με τους ίδιους όρους και προϋποθέσεις, κατόπιν αίτησής του, η οποία υποβάλλεται έως και την 31η Ιουλίου 2023, για την υπολειπόμενη οφειλή κατά την ημερομηνία της αίτησης και για τον εναπομείναντα αριθμό ανεξόφλητων δόσεων της ρύθμισης. Η επανένταξη του οφειλέτη στη ρύθμιση συντελείται με την καταβολή, εντός τριών εργάσιμων ημερών από την ημερομηνία υποβολής της αίτησης και όχι αργότερα από την 31η Ιουλίου 2023, ποσού που αντιστοιχεί στο άθροισμα του ποσού της παλαιότερης ανεξόφλητης δόσης της απολεσθείσας ρύθμισης και του ποσού της τρέχουσας δόσης της ρύθμισης που αναβιώνει.
- Τυχόν καταβολές που έχουν διενεργηθεί για οφειλές που είχαν υπαχθεί σε απολεσθείσα ρύθμιση και δεν έχουν πιστωθεί σε αυτές κατά την ημερομηνία της επανένταξης, αποσβένουν τις ανεξόφλητες δόσεις της απολεσθείσας ρύθμισης κατά σειρά παλαιότητας αυτών. Ο αριθμός των δόσεων της ρύθμισης που αναβιώνει ισούται με το πλήθος των ανεξόφλητων δόσεων της απολεσθείσας ρύθμισης. Το ύψος εκάστης των ανεξόφλητων, μετά την επανένταξη και τη διενέργεια των αποσβέσεων του πρώτου εδαφίου, δόσεων της απολεσθείσας ρύθμισης με ημερομηνία λήξης πριν από την ημερομηνία υποβολής της αίτησης επανένταξης, διαμορφώνεται κατόπιν επιβάρυνσης της δόσης με τον τόκο εκπρόθεσμης καταβολής ο οποίος υπολογίζεται από την ημερομηνία κατά την οποία κατέστη ληξιπρόθεσμη έως την ημερομηνία υποβολής της αίτησης επανένταξης.
- Αν ο οφειλέτης έχει λοιπές ληξιπρόθεσμες οφειλές που δεν τελούν σε ρύθμιση ή σε καθεστώς αναστολής κατά την ημερομηνία της επανένταξης στη ρύθμιση , οφείλει, εντός ενός μηνός από την ημερομηνία αυτή, να τις εξοφλήσει ή να υπαγάγει το σύνολο αυτών σε ρύθμιση) ή να τις τακτοποιήσει με άλλο νόμιμο τρόπο.
- Διατάξεις και όροι που διέπουν τη ρύθμιση στην οποία γίνεται επανένταξη, σχετικά με τα ευεργετήματα της ρύθμισης, τα δικαιώματα του Δημοσίου, την αναστολή παραγραφής και τους λόγους απώλειας εξακολουθούν να ισχύουν.
- Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, κατόπιν εισήγησης του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων, δύναται να καθορίζονται η διαδικασία της επανένταξης στη ρύθμιση, καθώς και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή του παρόντος.
2. Ρύθμιση τμηματικής καταβολής σε έως 72 δόσεις
1. Βεβαιωμένες οφειλές στις Δ.Ο.Υ./Κ.Ε.ΜΕ.ΕΠ./Κ.Ε.ΦΟ.ΜΕ.Π./ΚΕ.Β.ΕΙΣ., σύμφωνα με τον Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας που δεν τελούν σε καθεστώς ρύθμισης, και έχουν καταστεί ληξιπρόθεσμες μετά την 1η.11.2021 και έως και την 1η.2.2023, δύνανται, κατόπιν αίτησης του οφειλέτη, να υπαχθούν σε ρύθμιση τμηματικής καταβολής σε έως και εβδομήντα δύο μηνιαίες δόσεις, εφόσον έχουν καταχωρισθεί στα βιβλία εισπρακτέων εσόδων των Δ.Ο.Υ./Κ.Ε.ΜΕ.ΕΠ./Κ.Ε.ΦΟ.ΜΕ.Π./ΚΕ.Β.ΕΙΣ. μέχρι την ημερομηνία της αίτησης για υπαγωγή στη ρύθμιση και ο οφειλέτης κατά την 1η.11.2021 δεν είχε λοιπές ληξιπρόθεσμες οφειλές ή οι ληξιπρόθεσμες οφειλές του, στο σύνολό τους, ήταν τακτοποιημένες κατά νόμιμο τρόπο.
2. Στη ρύθμιση υπάγεται υποχρεωτικά το σύνολο των ληξιπρόθεσμων μετά την 1η.11.2021 και έως και την 1η.2.2023 οφειλών, που μέχρι την ημερομηνία της αίτησης υπαγωγής έχουν καταχωρισθεί στα βιβλία των Δ.Ο.Υ./Κ.Ε.ΜΕ.ΕΠ./Κ.Ε.ΦΟ.ΜΕ.Π./ΚΕ.Β.ΕΙΣ και δεν έχουν τακτοποιηθεί κατά νόμιμο τρόπο με αναστολή πληρωμής ή ρύθμιση τμηματικής καταβολής οφειλών βάσει νόμου ή δικαστικής απόφασης ή προσωρινής διαταγής.
3. Στη ρύθμιση του παρόντος δύνανται να υπαχθούν, μετά από επιλογή του οφειλέτη, οφειλές που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της ρύθμισης, και:
α) τελούν κατά την ημερομηνία της αίτησης υπαγωγής σε αναστολή πληρωμής ή
β) κατά την ημερομηνία της αίτησης υπαγωγής έχουν υπαχθεί σε ρύθμιση σύμφωνα με την υποπαρ. Α2 της παρ. Α του άρθρου πρώτου του ν. 4152/2013 (Α’107), της οποίας οι όροι τηρούνται, υπό την προϋπόθεση ότι σε αυτήν έχουν υπαχθεί αποκλειστικά και μόνο οφειλές που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της παρ. 1. Στην περίπτωση αυτή επέρχεται απώλεια της ρύθμισης του ν. 4152/2013.
4. Δεν υπάγονται στη ρύθμιση του παρόντος οφειλές που δεν δύνανται να ρυθμίζονται και αφορούν σε ανάκτηση κρατικών ενισχύσεων που χορηγήθηκαν με τη σύσταση ειδικών αφορολόγητων αποθεματικών ή σύμφωνα με άλλες διατάξεις.
5. Το ελάχιστο ποσό μηνιαίας δόσης της ρύθμισης ορίζεται σε τριάντα ευρώ.
Προϋποθέσεις υπαγωγής
Για την υπαγωγή στη ρύθμιση του άρθρου 4 απαιτείται κατά την ημερομηνία υποβολής της αίτησης υπαγωγής να συντρέχουν οι κάτωθι προϋποθέσεις στο πρόσωπο του αιτούντος:
α) να έχει υποβάλει όλες τις δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος για την τελευταία πενταετία μέχρι την 31η.12.2022,
β) να μην έχει καταδικαστεί αμετάκλητα για φοροδιαφυγή ή λαθρεμπορία,
γ) αν ο αιτών έχει υπαχθεί σε ρύθμιση οφειλών κατά το άρθρο 289 του ν. 4738/2020 (Α’ 207) ή τα άρθρα 98 έως 109 του ν. 4611/2019 (Α’ 73), η ρύθμιση αυτή να βρίσκεται σε ισχύ.
Επιβαρύνσεις εκπρόθεσμης καταβολής κατά την υπαγωγή σε ρύθμιση
1. Η υπαχθείσα στη ρύθμιση βασική οφειλή επιβαρύνεται από την ημερομηνία υπαγωγής, αντί των κατά Κ.Ε.Δ.Ε και κατά Κ.Φ.Δ. τόκων εκπρόθεσμης καταβολής, με τόκο ως εξής:
α) Για οφειλές που ρυθμίζονται σε έως τριάντα έξι (36) μηνιαίες δόσεις, ο τόκος υπολογίζεται με βάση το τελευταίο δημοσιευμένο μέσο ετήσιο επιτόκιο δανείων σε ευρώ χωρίς καθορισμένη διάρκεια αλληλόχρεων λογαριασμών που χορηγούνται από όλα τα πιστωτικά ιδρύματα στην Ελλάδα σε μη χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις, όπως αυτό δημοσιεύεται από την Τράπεζα της Ελλάδος, πλέον είκοσι πέντε εκατοστών της εκατοστιαίας μονάδας (0,25%), ετησίως υπολογιζόμενο. Το επιτόκιο παραμένει σταθερό καθ’ όλη τη διάρκεια της ρύθμισης.
β) Για οφειλές που ρυθμίζονται σε περισσότερες από τριάντα έξι (36) και έως εβδομήντα δύο (72) μηνιαίες δόσεις, το επιτόκιο της περ. α’, με βάση το οποίο υπολογίζεται ο τόκος, προσαυξάνεται κατά μιάμιση εκατοστιαία μονάδα (1,5%). Ο τόκος του πρώτου εδαφίου υπολογίζεται ετησίως και παραμένει σταθερός καθ’ όλη τη διάρκεια της ρύθμισης.
2. Τα επιτόκια της παρ. 1 δεν υπερβαίνουν τα επιτόκια που ορίζονται για την εφαρμογή της παρ. 1 του άρθρου 53 του Κ.Φ.Δ. και της παρ. 1 του άρθρου 6 του Κ.Ε.Δ.Ε..
3. Η καθυστέρηση καταβολής δόσης συνεπάγεται την επιβάρυνση αυτής με μηνιαία προσαύξηση που ανέρχεται σε δεκαπέντε τοις εκατό (15 %).
Ευεργετήματα από την υπαγωγή στη ρύθμιση
Η υπαγωγή και συμμόρφωση στη ρύθμιση παρέχει στον οφειλέτη τα ακόλουθα ευεργετήματα:
α) χορηγείται αποδεικτικό ενημερότητας, σύμφωνα με το άρθρο 12 του Κ.Φ.Δ.,
β) αναβάλλεται η εκτέλεση της ποινής του άρθρου 25 του ν. 1882/1990 (Α’43) ή, εφόσον άρχισε η εκτέλεσή της, διακόπτεται. Κατά το χρονικό διάστημα ισχύος της ρύθμισης αναστέλλεται η παραγραφή του ποινικού αδικήματος, κατά παρέκκλιση των χρονικών περιορισμών του άρθρου 113 του Ποινικού Κώδικα, και
γ) αναστέλλονται η λήψη αναγκαστικών μέτρων και η συνέχιση της διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης επί απαιτήσεων, κινητών και ακινήτων. Κατά το χρονικό διάστημα ισχύος της ρύθμισης, οι κατασχέσεις που έχουν επιβληθεί εις χείρας τρίτων σε βάρος του οφειλέτη δεν καταλαμβάνουν μελλοντικές απαιτήσεις του οφειλέτη έναντι του τρίτου, υπό την προϋπόθεση ότι η κατάσχεση αφορά αποκλειστικά σε χρέη που έχουν ρυθμιστεί κατά τις διατάξεις του παρόντος και γνωστοποιείται στον τρίτο. Ποσά απαιτήσεων που γεννώνται μετά την ως άνω γνωστοποίηση, αποδεσμεύονται και αποδίδονται κατά νόμο, ενώ ποσά απαιτήσεων που γεννήθηκαν πριν από αυτή αποδίδονται στο Δημόσιο. Σε περίπτωση απώλειας της ρύθμισης, οι ανωτέρω κατασχέσεις αναπτύσσουν πλήρως τις έννομες συνέπειές τους αναφορικά με τις μελλοντικές απαιτήσεις, από τη γνωστοποίηση της ανατροπής στον τρίτο. Τυχόν αποκτηθέντα δικαιώματα ή αξιώσεις τρίτων δεν αντιτάσσονται έναντι του κατασχόντος Δημοσίου. Στις περιπτώσεις των ανωτέρω εδαφίων, ποσά που έχουν αποδοθεί στο Δημόσιο δεν επιστρέφονται.
Απώλεια της ρύθμισης
Η ρύθμιση απόλλυται, με συνέπεια την υποχρεωτική άμεση καταβολή του υπολοίπου των οφειλών σύμφωνα με τα στοιχεία της βεβαίωσης, εάν ο οφειλέτης:
α. δεν καταβάλλει δύο συνεχόμενες μηνιαίες δόσεις της ρύθμισης ή καθυστερήσει την καταβολή των δύο τελευταίων δόσεων της ρύθμισης για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο των δύο μηνών,
β. μετά την παρέλευση ενός (1) μηνός από την υπαγωγή στη ρύθμιση του άρθρου 4 δεν έχει εξοφλήσει ή δεν έχει υπαγάγει σε πάγια ρύθμιση σύμφωνα με την υποπαρ. Α2 της παρ. Α του άρθρου πρώτου του ν. 4152/2013 (Α’ 107) ή δεν έχει τακτοποιήσει με άλλο νόμιμο τρόπο το σύνολο των λοιπών ληξιπρόθεσμων οφειλών του που δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 4 και δεν τελούν σε καθεστώς αναστολής πληρωμής.
Ειδικά αν οι οφειλές του πρώτου εδαφίου ήταν ενταγμένες σε ρύθμιση τμηματικής καταβολής κατά την 1η.11.2021, η οποία απωλέσθη σε μεταγενέστερο χρόνο, ο οφειλέτης δύναται κατ’ εξαίρεση, ακόμα και αν έχει ήδη υπαγάγει τις οφειλές αυτές για δεύτερη φορά σε ρύθμιση της υποπαρ. Α2 της παρ. Α του άρθρου πρώτου του ν. 4152/2013, κατά την υποπερ. γ’ της περ. 1 της ίδιας υποπαραγράφου, να τις υπαγάγει εκ νέου σε ρύθμιση, σύμφωνα με την υποπερ. γ’ της περ. 1 της υποπαρ. Α2 της παρ. Α του άρθρου πρώτου του ν. 4152/2013.