Ομιλία Προέδρου Βιοτεχνικού Επιμελητηρίου Αθήνας κ Παύλου Ραβάνη στην εκδήλωση παρουσίασης της Ετήσιας Έκθεσης του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ 2023, με θέμα «Ανταγωνισμός και μικρές επιχειρήσεις»

Παύλος Ραβάνης Πρόεδρος Βιοτεχνικού Επιμελητηρίου Αθήνας

Στην εκδήλωση παρουσίασης της Ετήσιας Έκθεσης του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ 2023, με θέμα «Ανταγωνισμός και μικρές επιχειρήσεις» την Τετάρτη 10 Ιουλίου, μίλησε ο πρόεδρος του Βιοτεχνικού Επιμελητηρίου Αθήνας κος Παύλος Ραβάνης.

Ο κος Π. Ραβάνης τόνισε πως το Βιοτεχνικό Επιμελητήριο της Αθήνας, συνδράμει πάντα στις ανάγκες της Γενικής Συνομοσπονδίας Επαγγελματιών, Βιοτεχνών Εμπόρων Ελλάδας  και συνδιαμορφώνουν τις καίριες θέσεις και μεταρρυθμιστικές προτάσεις.

Οι πολιτικές που εφαρμόστηκαν και εξακολουθούν να εφαρμόζονται, διεύρυναν τις ανισότητες και αύξησαν τα χρέη των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων.

Το μεγαλύτερο κόστος της οικονομικής κρίσης, εισέπραξαν κατά σειρά: οι τεχνικοί κλάδοι καθώς και η βιοτεχνική και η παραγωγική αλυσίδα.

Η έλλειψη ρευστότητας, η υπερφορολόγηση, η υπερεισφοροδότηση, οι κατασχέσεις λογαριασμών, δημιούργησαν ένα τοξικό μείγμα στην παραγωγική βάση, και ειδικά στους βιοτέχνες.

Το Ταμείο Ανάκαμψης, δεν δείχνει να μπορεί να υποστηρίξει τις ανάγκες αυτές. Μόνο ελάχιστοι πόροι θα διατεθούν για τις επιχειρήσεις και πολύ λιγότεροι για τις μικρές – και πάντα με τα κριτήρια που θα θέτει το τραπεζικό σύστημα.

Το Βιοτεχνικό Επιμελητήριο Αθήνας, παρουσιάζει μια νέα προσέγγιση από την πλευρά της επιχείρησης, ειδικά για τις απαιτήσεις του βιοτέχνη βάσει της ικανότητας παραγωγής και της εξωστρέφειας του.  Βασιζόμενο στην εμπειρία των μελών του κατέληξε στο συγκεκριμένο κείμενο προτάσεων ευελπιστώντας ότι θα αποτελέσει ένα εργαλείο για την πολιτεία με στόχο τη δυναμική επανεκκίνηση της βιοτεχνίας – βιομηχανίας με σκοπό την εξάλειψη των εισαγωγών και την αθρόα εξαγωγή καινοτόμων προϊόντων.

Βασικοί άξονες προτάσεων

  • 2η Ευκαιρία για Επιχείρηση και Επιχειρηματία
  • Διασφάλιση Εισροών
  • Χρηματοδοτικά Εργαλεία για Υποδομές
  • Αναπτυξιακή Υποστήριξη
  • Πολιτικές Οικοσυστημάτων
  • Ανθρώπινο Δυναμικό

Οι επιχειρήσεις χρειάζονται έναν πολιτισμό της δεύτερης ευκαιρίας:

αφενός για τις εταιρίες που λόγω ευκαιριακής και άδολης αφερεγγυότητας, βρίσκονται σε αδυναμία εξυπηρέτησης των υποχρεώσεων τους και να μην οδηγούνται στην πτώχευση

αφετέρου, όταν πλέον δεν υπάρχει δρόμος επιστροφής, να κλείνουν με ευκολία οι επιχειρήσεις που δεν χρεοκοπούν με δόλο και να μπορούν οι επιχειρηματίες να επιστρέφουν σύντομα στην οικονομική δράση.

Κλαδικές πολιτικές για την ενίσχυση αυτάρκειας στην παραγωγή προϊόντων.
Πολλοί παράγοντες με κύριους την κλιματική κρίση και αλλαγή, την οικονομική κρίση, την περιβαλλοντική και κοινωνική βιωσιμότητα των παραγωγικών επιχειρήσεων την μη επαρκή ενίσχυση της ανθεκτικότητας και της ανταγωνιστικότητας του πρωτογενούς και δευτερογενούς τομέα οδηγούν πολλά πεδία αγορών στην Ελλάδα σε χαμηλή επάρκεια προϊόντων με αποτέλεσμα τις εισαγωγές αντιστοίχων από χώρες του εξωτερικού.

Απαιτείται μια ριζικά διαφορετική οικονομική και αναπτυξιακή πολιτική. Στόχος μας πρέπει να είναι η άμεση συγκρότηση Εθνικού Στρατηγικού Αναπτυξιακού Σχεδίου “Made in Greece”, αξιοποιώντας τα συγκριτικά πλεονεκτήματα που διαθέτουμε μέσω και της ευρωπαϊκής χρηματοδότησης.
Σε αυτό το σχέδιο, η μικρομεσαία επιχειρηματικότητα βρίσκεται στο επίκεντρο.

Σε μέσο-μακροπρόθεσμο επίπεδο:

Στροφή  μετά από πολλές δεκαετίες στην κουλτούρα  παραγωγής-κατασκευής με προτεραιότητα στην αναζωογόνηση της βιοτεχνίας και βιομηχανίας σε αντίθεση με την κουλτούρα του μεταπρατισμού που έχει κυριαρχήσει τις τελευταίες δεκαετίες στη χώρα μας.

Ενίσχυση και ανάπτυξη παραγωγικών κλάδων διεθνώς εμπορεύσιμων αγαθών με ταυτόχρονη δημιουργία κλίματος ανάληψης  ευθύνης και ρίσκου από όλα τα μέρη.

Εστίαση  σε παραγωγικούς κλάδους που σχετίζονται με διασφαλισμένη παγκόσμια ζήτηση στο άμεσο αλλά και απώτερο μέλλον και αφορούν τις τεχνολογίες περιβάλλοντος, ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, προστασίας της δημόσιας υγείας, τεχνολογιών πληροφορικής και τεχνητής νοημοσύνης.
Θέσπιση λειτουργικών κινήτρων συνεργειών των μικρών επιχειρηματικών μονάδων με σκοπό τη επίτευξη οικονομιών κλίμακας και ανάπτυξης κοινών δραστηριοτήτων.

Παράλληλα προτείνουμε:

Εμπορική Πολιτική

Ενίσχυση ελληνικής προστιθέμενης αξίας: προώθηση του Σήματος Ελληνικού Προϊόντος που δημιουργήθηκε το 2011 για δυο κατηγορίες (γαλακτοκομικά και ποτά) και έκτοτε δεν έχει αξιοποιηθεί περαιτέρω

Χάραξη Εθνικής Πολιτικής για την κλαδική εξωστρέφεια και την προάσπιση των συμφερόντων των ελληνικών εξαγωγών

Διεκδίκηση και κατοχύρωση των προδιαγραφών των προϊόντων ελληνικού ενδιαφέροντος

 

Αναπτυξιακές Πρωτοβουλίες

Δημιουργία Υποδομών Μεντόρων (με την υποστήριξη των επιμελητηρίων και των κοινωνικών εταίρων)

Τοπικά Σύμφωνα Ανάπτυξης (συνεργασία τοπικών παραγωγών με τοπικό λιανεμπόριο)

Αυξημένο συνεργασία Επιμελητηρίων με την περιφερειακή / τοπική αυτοδιοίκηση

Προγράμματα Ευρωπαϊκής Τράπεζας Ανασυγκρότησης και Ανάπτυξης, ΕΣΠΑ κλπ για υποδομές logistics κλπ

 

Ενεργοποίηση Επιμελητηριακού Θεσμού

Προσδιορισμός υπηρεσιών που θα πρέπει να περιλαμβάνει η δομή στήριξης σε σχέση με τις υπηρεσίες που παρέχονται από τον ιδιωτικό τομέα (συμβούλους).

Προσδιορισμός χώρου παροχής υπηρεσιών (π χ στα Επιμελητήρια, τις δομές ινστιτούτων ή στα γραφεία της επιχείρησης;)

Θέλουμε ένα επενδυτικό σχέδιο για την πράσινη και την ψηφιακή μετάβαση για τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας και την επανεκβιομηχάνιση της οικονομίας μας και να την καταστήσουμε καινοτόμο, ανταγωνιστική και κυκλική.

Θέλουμε μια στρατηγική «Made in Europe» και κοινή χρηματοδότηση για έργα κοινού ενδιαφέροντος στην Ευρώπη.

Οι ΜΜΕ, οι αυτοαπασχολούμενοι, οι νεοσύστατες επιχειρήσεις, οι συνεταιρισμοί και οι επιχειρήσεις κοινωνικής οικονομίας είναι ουσιαστικής σημασίας και πρέπει να υποστηριχθούν, ιδίως οι γυναίκες και οι νέοι επιχειρηματίες.

Υποστηρίζουμε μια δίκαιη ενιαία αγορά αγαθών και υπηρεσιών.

Θέλουμε να ενισχύσουμε την κυριαρχία της Ευρώπης παρέχοντας ασφάλεια εφοδιασμού σε ενέργεια, πρώτες ύλες, τεχνολογίες, φάρμακα και τρόφιμα μέσω επενδύσεων και διεθνούς εμπορίου.

Τα κοινωνικά δικαιώματα
πρέπει να υπερισχύουν των οικονομικών συμφερόντων,
ενισχύοντας την κοινωνική διάσταση της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Στοιχεία από την Ετήσια Έκθεση του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ 2023

Υποχώρησε ο δείκτης οικονομικού κλίματος των μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων, σχεδόν, κατά έξι μονάδες σε διάστημα ενός χρόνου (από 69,5 μονάδες στο Β΄ εξάμηνο του 2022, σε 63,9 μονάδες στο Β΄ εξάμηνο του 2023), πιστοποιώντας την επιδείνωση της θέσης των μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων λόγω της πληθωριστικής κρίσης, αλλά και των συσσωρευμένων προβλημάτων των διαδοχικών κρίσεων, που δεν έχουν αντιμετωπιστεί.

Το κόστος λειτουργίας των μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων έχει αυξηθεί μεσοσταθμικά κατά 35% το διάστημα 2021-2023. Σχεδόν 9 στις 10 επιχειρήσεις δήλωσαν ότι το λειτουργικό κόστος τους αυξήθηκε τα τελευταία 2 έτη και δημιούργησαν πιεστικό περιβάλλον αύξησης τιμών στις υπηρεσίες και τα αγαθά που εμπορεύονται ενώ περισσότερες από τις μισές μικρομεσαίες επιχειρήσεις αντιμετωπίζουν σοβαρό πρόβλημα εξαιτίας της έλλειψης ρευστότητας (25,5% των πολύ μικρών επιχειρήσεων δηλώνει ότι αντιμετωπίζει σοβαρά προβλήματα ρευστότητας και ότι έχει μηδενικά ταμειακά διαθέσιμα ενώ το 25,1 % των μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων δηλώνει ότι διαθέτει ρευστότητα μόλις για ένα μήνα).

Τονίζεται ότι “η επιδείνωση του οικονομικού κλίματος συσχετίζεται με την επιβράδυνση του ρυθμού ανάπτυξης της εθνικής οικονομίας. Η μεγάλη όμως υποχώρηση του δείκτη οικονομικού κλίματος κατά έξι μονάδες, που δεν είναι ανάλογη της οικονομικής επιβράδυνσης,  αποκαλύπτει τις στρεβλώσεις του ανταγωνισμού στη χώρα μας, που εντείνονται, αντί να εξασθενούν. Αντίστοιχα, η υποχώρηση του δείκτη προσδοκιών των ΜμΕ κατά 4,1 μονάδες το δεύτερο εξάμηνο του 2023, συγκριτικά με το πρώτο εξάμηνο του έτους, προοιωνίζουν την είσοδο της οικονομίας σε συνθήκες στασιμότητας”.

Εντείνεται η ανασφάλεια των επιχειρήσεων, “με χαρακτηριστικότερο παράδειγμα την εισαγωγή τεκμαρτού συστήματος φορολόγησης των ατομικών επιχειρήσεων, που αφορά άνω του 60% των μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων”.

Για να σταματήσει η καθοδική πορεία των ΜμΕ, σύμφωνα με τη ΓΣΕΒΕΕ, απαιτούνται μέτρα μείωσης των διοικητικών βαρών, διασφάλιση προσιτών τιμών στην ενέργεια και τις πρώτες ύλες, πρόσβαση σε χρηματοδότηση, ώστε να δημιουργηθούν προϋποθέσεις προσαρμογής τους στη διπλή μετάβαση (ψηφιακή και πράσινη) και εξασφάλιση ίσων όρων ανταγωνισμού.

Ο κύκλος εργασιών των μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων παρουσιάζει ήπια επιδείνωση το 2023, με το 57,3% των μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων να έχει ολοκληρώσει με κέρδη τη χρονιά ενώ σημαντικό εύρημα χαρακτηρίζεται η αύξηση των επιχειρήσεων που δήλωσαν μείωση κύκλου εργασιών κατά το δεύτερο εξάμηνο του έτους, καθώς, παραδοσιακά η θέση των επιχειρήσεων βελτιώνεται το δεύτερο εξάμηνο κάθε έτους, λόγω της επίδρασης του τουρισμού.  

Πιο αναλυτικά, καταγράφεται ότι το 2023, παρότι το ΑΕΠ αυξήθηκε κατά 2%, ο κύκλος εργασιών των επιχειρήσεων μειώθηκε κατά 3%.

Ο κύκλος εργασιών, παραμένει σταθερός στους 6 τομείς που συγκεντρώνεται η μικρομεσαία επιχειρηματικότητα, ενώ οι εγγραφές νέων επιχειρήσεων το 2023 αυξήθηκαν κατά 6%. Ο τομέας με τις περισσότερες ενάρξεις ήταν οι κατασκευές και μεταφορά – αποθήκευση και η νομική μορφή που κατά πλειοψηφία επιλέχθηκε ήταν η ατομική επιχείρηση.

“Τα επιμέρους στοιχεία των δεδομένων των ερευνών οικονομικού κλίματος του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ αποκαλύπτουν υψηλή συσχέτιση του μεγέθους της επιχείρησης με την αύξηση ή τη μείωση του κύκλου εργασιών, με εμφανές συμπέρασμα ότι οι πόροι της οικονομίας συγκεντρώνονται με αυξανόμενη ένταση στα χέρια όλο και λιγότερων φυσικών ή νομικών προσώπων” όπως υπογραμμίζεται στη σύνοψη της έρευνας.

Oικονομία δύο ταχυτήτων, με τις επιχειρήσεις στην Αττική και στα Νησιά του Αιγαίου να βρίσκονται σε καλύτερη θέση, με βάση την εξέλιξη του κύκλου εργασιών, συγκριτικά με τις επιχειρήσεις της Βόρειας και Κεντρικής (υπόλοιπης) Ελλάδα.

Το 25,5% των πολύ μικρών επιχειρήσεων αντιμετωπίζει σοβαρά προβλήματα ρευστότητας, καθώς δηλώνουν μηδενικά ταμειακά διαθέσιμα. Επιπρόσθετα, το 25,1 % των μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων διαθέτει ρευστότητα μόλις για ένα μήνα. Τα στοιχεία, επομένως, αποκαλύπτουν ως κυρίαρχο πρόβλημα για το 50% των ΜμΕ την έλλειψη ρευστότητας.